Δευτέρα 26 Απριλίου 2010

ολο το πρωί ηθελε νά πεί κάτι

δέν ηξερε ακριβώς  τι ηθελε νά πεί,αλλά αυτό είχε μικρή σημασία,η μεγαλύτερη ηταν πώς επρεπε οπωσδήποτε νά πεί κάτι

μιά τόσο δά μικρούλα λέξη

Αλλά δέν εβγαινε τίποτα απ`τό στόμα τού.
Τά σκεφτόταν ολα αυτά καθώς  μιλούσε με τήν-καί καλά αγάπη τής ζωής τού

μιάς αγάπης οπως θά μπορούσε να εχει ο νεροχύτης απέναντι στό λερωμένο πιάτο,ενα τελειωμένο πράγμα πού σερνώταν αιώνες κοντολογίς

ηθελε πολύ νά μιλήσει η αγάπη του,σάν παραλήρημα χωρίς ερωτα,με παραλήπτη φυσικά τόν ευατό του.Τό κάνε κάθε πρωί ,θά το κάνε καί τώρα
  Ηταν από κείνους τούς
ανθρώπους πού δέν σέ ρώταγαν ποτέ τί κάνεις,πώς το κάνεις ,αν τό κάνεις

είχε εναν εγωισμό πού περίσευε,μά ο ηρώας μάς δέν είχε,είχε εναν εγωισμό ,θά τόν λεγες χαμηλοτάβανο,απαξιωμένο από ολα τά αιτήματα τού είναι τού.
Τού μιλούσε λοιπόν οπως μιλάνε σε ενα απόντα,γιά τήν μαμά τού,γιά τήν αδελφή τού,γιά τό παιδί τής αδελφής τού,γιά οτι αδιάφορο τού συνέβαινε καί πού τελειωμό δέν είχε

κι ο ηρωας μάς τόν ακουγε σιωπηλός,μα μιά υφέρπουσα οργή καραδοκούσε στά χείλη τού,αλλά φεύ,δέν  ηταν ικανή νά υψώσει ανάστημα

αλλά τώρα πού τό ξανασκεφτόταν δέν ηταν  τόσο θέμα ικανότητας,οσο ετοιμότητας:δέν είχε ακόμα προετοιμαστεί νά μείνει μόνος

βλέπεις ηταν από κείνους τούς ανθρώπους πού προτιμούσαν νά διαλύουν τήν ζωή τούς παρά τήν σχέση τούς

κι ηταν δυό φορές μόνος τού,καί δυό φορές δυστυχισμένος,κι ηθελε νά πεί κάτι,εναν ηχο,μία λέξη,μιά τόσο δά λυτρωτική λεξούλα γιά νά βγεί απ`αυτή τήν δύσκολη θέση τού κενού

μα τό κενό όλο καί μεγάλωνε,τό ιδιο καί τό αίτημα της λέξης πού επρεπε απεγνωσμένα νά ειπωθεί

αλλά δέν είχε τό κουράγιο νά ψαχτεί μέσα τής,αυτή η τιποτένια λέξη,η αγνωστη,πού σάν αχρηστη καρδιά εψαχνε επειγόντως γιά βηματοδότη

κι οσο περνούσαν τά ατέλειωτα λεπτά τής ακατάσχετης λογοδιάριας,τόσο περισσότερο συνειδητοποιούσε πώς η-καί καλά αγάπη του δέν τού εκλεβε τόν χρόνο τού οπως ηθελε νά ΄πιστεύει,αλλά ο ιδιος εκλεβε τόν χρόνο  από τόν ιδιο τού τόν ευατό γιά νά μπορεί νά τόν ξεγελάει

καί τού φάνηκε τρομαχτικά αστείο ολο αυτό,καί τόν πιάσαν τά γέλια,γέλια εκκωφαντικά πού τραντάξαν τό καβουρουρδισμένο από τήν ανοησία, αυτί τής-τελειωμένης πιά αγάπης του

μά η τελειωμένη πιά αγάπη ξαφνιάστηκε,δέν ηταν συνηθισμένη βλέπεις  σέ αλλαγές καί τόν ρώτησε περίεργα:"Γιατί γελάς;Σού φαίνεται κάτι αστείο από οσα λέω?

κι ο ηρωας μάς -επιτέλους, βρίσκει νά πεί τήν λέξη πού εψαχνε απ`τό πρωί
"Εσύ..."





Παρασκευή 23 Απριλίου 2010

Αυτή τήν στιγμή ταξιδεύω{νοερά}


βρίσκομαι πάνω σέ ενα πλοίο τής γραμμής.Τώρα αν αυτή η γραμμή βγάζει σέ ενα  καινούργιο ορίζοντα η σέ μιά καινούργια ζωή θά σέ γελάσω

αλλά αν είναι ανοιχτός ο ορίζοντας,η τόν κοιτάζεις σάν να θέλεις νά ανοίξει,σημαίνει πώς είσαι σέ καλό δρόμο,ασχετα αν μοιαζει σάν νά τόν εχεις χάσει οριστικά

Σημασία εχει ομως οτι αυτός ο ορίζοντας,η τελος πάντων  αυτή η προοπτική τού ανοιχτού ορίζοντα βρίσκεται πάνω σ`αυτό τό πλοίο πλοίο πού ταξιδεύει.Τόν προορισμό δέν τόν γνωρίζω.Βλέπεις μπήκα μέσα βιαστικά καί δέν κοίταξα

ομως καθώς προσπαθούσα νά επιβιβαστώ ενας κύριος μέ λευκα μέ σταμάτησε"πού πάτε κύριε ,ξέρετε ?μέ ρώτησε κάπως αγρια

Τώρα τι τού λές.Μέ ρωτάει αν ξέρω πού πηγαίνω.Τόσα χρόνια ηξερα φίλε μού,αλλά σήμερα τό πρωί, δέν ξέρω,αλλά αποφάσισα πώς δέν θέλω νά ξέρω τίποτα,ούτε πώς μέ λένε,ούτε πού πάω,ούτε ΄πού θά καταλήξω.

τού χαμογελώ σάν νά μήν εχω μνήμη,εκείνος μού χαμογελά συγκαταβατικά,σού λέει λοξός είναι αυτός ,ασε μήν μάς μαχαιρώσει,καί μ`αφήνει νά περάσω 

Αλλά εμένα τό μυαλό μού εχει κολλήσει σ`αυτό πού μου πε.Αν ξέρω πού πηγαίνω,γιατί αισθάνομαι ξαφνικά μιά εμπλοκή ,ενα κατιτίς ,αλλά είναι αργά γιά δάκρυα καί πισωγυρίσματα

ετσι αποφασίζω νά εμπλουτίσω τό βλέμμα μου μέ μιά εσάνς σιγουριάς καί να παροπλιστώ μέσα σ`αυτό

δέν είναι δά καί τόσο δύσκολο.Είμαι καλός στό νά υποκρίνομαι.Ο ρόλος πού παίζω εδώ,σ`αυτό τό πλοίο, είναι ο ρόλος τής εγκαταλελειμένης βαλίτσας,ρόλος αγνωστος,αλλά κάτι μού λέει οτι πρόκειται να τόν συμπεριλάβω στό  καινούργιο μου ρεπερτόριο


Φαίνεται πώς πάω νά ζήσω αλλού.Οπου κάνει τέρμα τό πλοίο εκεί θά πάω νά ζήσω. Παλιά είχα αποφασίσει νά πάω νά ζήσω στό τέρμα τής αντοχής μου,αλλά δέν αντεξε η φουκαριάρα η αντοχή απ`τα πολλά βιώματα πού τής φόρτωσα  κι επαθε συμφόρεση.

καί να μαι δώ,στήν παραμεθόριο μιάς απόφασης πού επρεπε να είχε πάρθεί πρίν εκατοντάδες χρόνια,πρίν ακόμα σωματοποιηθεί

Τί διαλέγει κανείς σέ κάτι πού δέν διάλεξε
          αλλα τώρα πού σωματοποιήθηκε
κι εγκαταστάθηκε πλέον ορατά στό βασίλειο τής δοκιμασίας,λέω νά τήν εγκαταλείψω

απόφαση είναι κι αυτή,δέν γαμιέται

φταίει πού ξύπνησα νωρίς ,χωρίς απόφαση,χωρίς γιατί,χωρίς συγνώμη,ετσι απλά ξύπνησα,κι ετσι ξυπνητός περπάτησα ως τά κλειδιά τής πόρτας

κι οπως τά γύρισα γλυκά να ξεκλειδώσω τά σύνορα τής φυλακής μού,τά κοίταξα μέ πίκρα,κι ηταν η μόνη στιγμή πού λύγισα,μέ κείνο τό βλέμμα  τού εραστή πού χάνει γιά πάντα τήν αγάπη τού αλλά καί τήν ασφάλεια του

κι εκείνα μού ανταπέδωσαν τό αντίο με ενα χάδι σάν ηλεκτρισμό,κι υστερα βαριά από τήν λύπη  γλίστρησαν απαλά  μέσα από τά χέρια μου χωρίς να μέ ρωτήσουν τό γιατί

ισως πολύ βαθιά νά ηξεραν τόσα χρόνια πού  τά κουβάλαγα μέ τί καρδιά τά εσερνα

Δέν μπορεί.Τόσα κλειδώματα καί ξεκλειδώματα πού κάναμε παρέα,δεν μπορεί ,κάτι θά μάθαν από συντριβή

καί τώρα πού είμαι μακρυά από κάθε απόφαση,απο κάθε ελευθερία,κι απ`το κάθε δεσμευτικό κάθε,κοιτάζω τήν ζωή μού να ξεμακραίνει

κι ο ορίζοντας πού είναι τόσο ανοιχτός μού δίνει απλόχερα τό χέρι του..

Δευτέρα 19 Απριλίου 2010

Στάζω στά μάτια μου φυσικά δάκρυα


άγευστα κι άνοστα καταπραυντικά δάκρυα εφορμούν στά ξηροφθαλμικά μου βλέφαρα,καί τούς ξαναχαρίζουν τίς ξεχασμένες τούς ιδιότητες:νά είναι υγρά καί νά χαίρονται

επίσης μπορούν νά κλαίνε μέ μεγαλύτερη ευκολία.αλλά οχι μπροστά σέ αλλους.αλλά ούτε οί αλλοι θέλω νά κλαίνε μπροστά σέ μένα.

Αλλά τό κάνουν ,συχνά δέ τόσο απροκάλυπτα,τόσο εκκωφαντικά,πού ο θόρυβος απ`αυτά τά δάκρυα φιγουράρει συχνά σάν χαρτόπολεμος στό πάτωμα

Είναι ενας συναισθηματικός εκβιασμός όπως καί νά τό δείς οπου κι αν προέρχεται.

τά δάκρυα τού ερωτα ,τιμημένα δάκρυα τά χουμε εξασκήσει ολοι φαντάζομαι μέ τόν καλύτερο τρόπο

Δάκρυα ερωτευμένου:μικρές μπαλίτσες απελπισίας μέ αποδέχτη τόν Χ αγνωστο παραλήπτη.Πού ως πού νά γίνει γνωστός θά εχουν εξατμιστεί

γιατί ετσι είναι ο ερωτας:Ψάχνεις νά βρείς τήν  ομοιότητα ουσίας{πού δέν υπάρχει}κι οταν ανακαλύψεις πόσο μεγάλη αρτίστα είσαι  στό να προκαλείς παρεξηγήσεις μέ τήν ασυννενοησία,καταφεύγεις στό γνωστό λησμονητήριο τών δακρύων

Πάντως οπως καί νά τό δείς τό κλάμα είναι μιά πόζα,ακόμα κι οταν κλαίς μονάχος ποζάρεις σε σένα,γιά σένα.

κι αυτά τά δάκρυα διηγούνται τήν ιστορία τού πένθους σου
Ο ερωτευμένος πάντως ξέρει νά κλαίει σπαραχτικά.Γιατί τό δικό τού κλάμα κρύβει ενα θρίαμβο,ενα θρίαμβο απόρριψης

Είναι σάν νά λές στόν αποχωρούντα:δές πώς μέ κατάντησες
Αλλά αυτός πού αποχωρεί στά σίγουρα δέν λυπάται.Μόνο η μητέρα ξέρει νά λυπάται .Αυτός είναι ο ρόλος της:να λυπάται καί νά παρηγορεί

μόνο η μητέρα ξέρει νά διακρίνει κάτω από το βαρύ πένθος τού παιδιού της τό μέγεθος τής απελπισίας τού.

Αλλά εκείνος πού απελπίζεται βαθιά μέσα του ελπίζει πώς ισως θά ξανανταμώσει μέ τό ξεχασμένο του γέλιο

Παρηγορεί ομως τήν πλανταγμένη του καρδιά μέ τραγούδια.Εκεί βρίσκει σωσίβιο γιά τήν θλίψη του

Πάνω  σε ενα ρεφραίν  τραγουδιού μπορεί να αφήσει ησυχα τήν συντριβή τού νά επιπλεύσει


σάν αργοκίνητο καράβι τραβάει η θλίψη,κόσμος πολύς απ`εξω,περιμένει κι αυτός μέ τήν σειρά τού να επιβιβαστεί

δέν χωράμε ομως ολοι στά ιδια δάκρυα,περιμένετε παρακαλώ ησυχα στήν γραμμή σάς,βαλίτσες αποσκευές καί ξεχασμένα φιλιά δέν χωράνε εδώ πάνω

μόνο ενα τραγούδι πάρτε γιά λάφυρο,θά τό χρειαστείτε καθώς θά περνάμε από τό βουνό Σύντομα Φτάνουμε

εκεί καθώς η θάλασσα θά αχνίζει από τήν λησμονιά αρχίστε νά τραγουδάτε τό τραγούδι τής καρδιάς σάς.Κατόπιν ενώστε τά δακρυα σάς μέ τά δάκρυα τής θάλασσας,αλλωστε αλμυρά είναι  καί τά δυό,μικρή λοιπον θά κάνει η  διαφορά στό θαύμα

θά τό καταλάβεις αλλωστε  μόλις η θάλασσα γεννήσει τριαντάφυλλα.

Τετάρτη 14 Απριλίου 2010

Αυτό τό φώς μέ διαλύει


κι είναι ενας  ισχυρός λόγος γιά νά μήν φύγεις ποτέ από δώ.Ενώ η Λ. θέλει νά φύγει.Η νορβηγία τήν καλεί,τήν νιώθει φυσικό τής χώρο.
Αλλόκοτο κι αυτό.Ενα γελαστό κορίτσι θέλει να μεταναστεύσει σέ μιά αγέλαστη χώρα

εκεί πού τά συναισθήματα φοράνε ταμπελάκι,Εκεί η σιωπή ποζάρει σάν ανάμνηση.Μέ μπερδέουν πολύ αυτές οι κατεψυγμένες χώρες.

Οι συντεταγμένες τούς μέ παραλύουν.Δέν χρειαζεται μεγάλη σκέψη γιά να οδηγηθεί κανείς στό συμπέρασμα πώς εκεί κάτω υποφέρουν από ελλειψη φωτός.

Μόνο οι ερωτευμένοι αντιλαμβάνονται καλύτερα τήν ελλειψή τού:γιά να μήν βλέπουν οτι ο αλλος λείπει.
Αλλά κι ο νορβηγός,κι ο σουηδός καί ο φιλανδός φαντάζομαι θα ερωτευόνται.Οχί βέβαια μέ τόν τρόπο πού ερωτεύεται κανείς στήν μεσόγειο.


εδώ τό φώς σε ωθεί στήν εξομολόγηση.Εδώ μέ το πού θα σ`ανταμώσω θά σέ νιώσω,καί δέν θά χρειαστεί νά πάρω αντιβίωση από τό πότό γιά νά πάμε παρακάτω.



Εδώ τό σε 'σε θέλω' θά στό πώ στό πρώτο δεκάλεπτο,ενώ στήν νορβηγία θα χρειαστούμε κουβάδες ολάκερους από τεκίλα γιά νά πούμε μιά συγνώμη.Δέν είναι τυχαίο πώς σ`αυτές τίς χώρες{ειδικά στήν νορβηγία} εχουν τόν πιό υψηλό δείχτη  αυτοκτονιών

Εδώ σ ε τούτη δώ  τή γέφυρα πηγαίνουν καί τελειώνουν ησυχα.Σ`αυτά τα παγωμένα νερά φανερωνουν τόν πληθυντικό τής επιθυμίας τους:Νά πάψουν .Νά είναι.

Εδώ ο στίχος"μνημοκτόνο απουσία νοήματος" σ`αυτήν τήν χώρα ενσαρκώνεται θριαμβευτικά.Εκεί,αυτόν τόν στίχο τόν ξέρουν μέ τό πού γεννιούνται,καί τόν κάνουν  πράξη λίγα χρόνια αργότερα.

Λένε οτι πολλές απ`αυτές τίς αυτοκτονίες δέν ανακοινώνονται γιά να μήν προκαλέσουν πανικό.Δέν μπορώ φυσικά νά τό πιστέψω οτί δέν γνωρίζουν ,σέ μιά χώρα οπου η κατάθλιψη είναι η κύρια εκφραση..
Πάντως υπάρχει  μιά ταινία πού εχει περιγράψει οξυδερκέστατα τόν νορβηγικό τρόπο ζωής .

Η  ταινία λέγεται,Ενας διαφορετικός ανθρωπος και σ`αυτήν την ταινία ο ηρώας θέλει να αυτοκτονήσει αλλά δέν μπορεί.Ζεί σέ μιά μητρόπολη οπου παιδιά δέν υπάρχουν,ο πόνος δέν υφίσταται,οι ανθρωποι δέν θυμώνουν ποτέ καί δέν θλίβονται,τά φαγητά εχουν χάσει τήν γεύση τούς,οι δρόμοι είναι πεντακάθαροι και κείνος θέλει να αυτοκτονήσει.

κάθε απόπειρα αυτοκτονίας ομως  αποτρέπεται από τήν  ιδια ζωή.Πηδάει από τήν γέφυρα .Σωζεται.
Βάζει φωτιά στόν ευατό του.Η φωτιά σβύνει από μονη της.
Απόφασιζει νά πάει να τόν πάτησει τό τραίνο.Τό τραίνο φυσικά χαλάει.

Μέ τού βλέπει η γυναίκα τού μπαρουτιασμένο φυσικά δέν ανησυχεί.Ολο τής τό δράμα είναι  επικεντρωμένο στούς καλεσμένους πού θά ρθούν σέ λίγο.Τήν στιγμή μάλιστα πού τής ανακοινώνει οτι θέλει νά χωρίσουν εκείνη δέν ταράζεται

αναρωτιεται μόνο για το ποιό φουστάνι θά φορέσει αυριο...

Σάββατο 10 Απριλίου 2010

Εδώ καλές ντομάτες


Ναί δέν κάνεις λάθος .Είναι η Νίνα βλάχου.Είναι τό κορίτσι  πού μού έχει χαρίσει εξαίσιες στιγμές γέλιου.Οι φήμες λένε πώς όταν ηρθε ο Μπόουι στην  ελλάδα,η εν λόγω περικοκλάδα είχε  κατσικωθεί στο αεροδρόμιο γιά να τόν υποδεχτεί.

Σού λέει μόλις μέ δεί θα λυποθυμήσει.Πίστευε καί πιστεύει πώς είναι πολύ ωραία γύναικα,καί οτι οί αντρες κάνουν χαρακίρι γιά τήν πάρτη της.Είχε βλέπεις  εκλογικεύσει από μικρή τα προσόντα της,κι είχε βαθμολογήσει  τόν ευατό της μέ αριστα.Σ`αυτό συνένεσαν καί ολόκληρες στρατιές αντρικών μαλάκιων,πού μήν εχοντας αλλη βαθμολογική κλίμακα παρά μόνο τήν κυρά φωφώ έδωσαν κι αυτοί μέ τήν σειρά τούς τό αριστα στήν Νίνα .

Ετσι  πορεύτηκε πού λές μες στή ζωή τής:με τό αριστα στερεωμένο στά βλέφαρα τής.Μ`αυτό τό αριστα λοιπόν πήγε στό αεροδρόμιο γιά να υποδεχτεί τόν Ντέιβ,καί μέ τήν μεγάλη πείρα τού μεγαλοδημοσιαγράφου,γιατί ξεχάσαμε νά πούμε πώς η κυρία βλάχου εχει ειδικευτεί  σε υψηλή βαθμίδα γραφής:τα κοσμικά.Η σατινένια αυτή γραφή απλώνεται σάν λεκές επάνω στήν εφημερίδα καί τήν κάνει νά μοιάζει μέ εξωτικό φρούτο.

αλλά λέγαμε γιά τόν ντέιβ,ο οποίος  την μέρα πού πάτησε τόδι τού σέ τούτα εδώ τά μέρη δέν είχε ιδιαίτερα κέφια κ αγνόησε  την κυρα βλάχαινα.Μήν αντέχοντας τέτοιο καταιονισμό  ,και μή συνηθισμένη στήν απόρριψη,αρχισε τά ουρλιαχτά εν μέσω αεροδρομίου:θα μού τό πληρώσεις ακριβά αλητη,θά σε καταστρέψω ,πού τόλμησες νά αγνοήσεις μία Νίνα.{τό γέγονός είναι γεγονόστατόν  καί καθόλου αμφισβητήσιμο,διότι υπηρξαν καί μάρτυρες}

Από τότε πέρασαν εκατοντάδες χρόνια ,κι ο θυμός τής κάπου μαλάκωσε.Ετσι θέλω να πιστεύω η τουλάχιστον ετσι πίστευα.

Γιατί τήν προηγούμενη εβδομάδα ,πρίν συμβούν ολα αυτά τα μεταπασχαλινά μέ τήν πάρτυ μου,η Νίνα εδωσε μιά συγκλονιστική συνέντευξη,στήν ισάδελφη της Ελεωνόρα Μελέτη.Εκτασιασμένη  η ξανθιά δημοσιογράφα,καί μήν πιστεύοντας το ακριβό δώρο πού τής κάνει η τύχη,αρχισε το γλύψιμο:και τί υπέροχη πού είστε,καί πρέπει νά πάρουμε μαθήματα δημοσιογραφίας από σάς,καί πώς σάς πάει αυτή η στέκα στά μαλλιά{αυτή στέκα μέ κυνηγάει μού φαίνεται...}

Η νίνα τα ακούει αυτά παθαίνει την σχετική εμβροντησία,κι αρχίσει  τά ,μά δέν πρέπει ,δέν είναι σωστό,αλλά τά ξεπερνάει  γρήγορα γιατί  αλλα θέλει νά πεί

Τό βλέπεις,τό νιώθεις ,τό αισθάνεσαι.Γιατί πολύ ωραία τα κομπλιμέντα δέν λέω,αλλά θέλω νά μού κάνετε ΣΟΒΑΡΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Τό αρπάζει αυτό απ`τόν αερα η ελεωνόρα,γιατί μόνο αυτή ξέρει νά  πιάνει τόσο εξυπνα πουλιά
 
καί τά πούλιά αμα δέν θέλουν να πεθάνουν τραγουδώντας,πεθαίνουν τηλεοπτικά

Αλλά εσύ δέν τό καταλαβαίνεις,γιατί είσαι μπούφος,κι η Ελεωνόρα γεράκι,κι οποιος περάσει πάνω από τήν φωλιά τής τόν γραπώνει μέ τά γαμψά τής νύχια ως πού να τού αποσπάσει Τήν ομολογία.

Αλλά η Νίνα δέν μασάει από τέτοια καθότι παλαιά στό επαγγελμα,κι οπως είπαμε εχει ερθει αποφασισμένη νά μιλήσει

Τήν ρώτάει λοίπον η λεό μάς για   την {τηλεοπτική}επικαιρότητα.Ευγενία Μανωλίδου.Ααα εκτασιάζεται η στάρ.Μά είναι τόσο εξαιρετική,εγώ φυσικά δέν θά πήγαινα νά χορέψω,οχι πώς δέν θα θελα,αλλά νά, θέλω μπερντέ γιά να κουνήσω  τό σαρκίο μου{αυτό
φυσικά τό σκεφτηκε}

Εκείνο πού δέν σκέφτηκε νά πεί είναι οτι θαυμάζει τόν Αδωνη.Γιατί γιά αυτό είχε ερθει.Να διαδηλώσει τό πάθος τής  για αυτόν τον μεγάλο αντρα.Αλλά καί γιά τόν Καρατζαφέρη.Αλλά καί γιά τόν Βαίτση.

Τό αρπάζουν αυτό οί πανελίστες,σού λέει εχει ψωμί εδώ,καί τήν ρωτάνε γιά τήν σάτυρα,μιάς καί η νίνα φωνασκεί από μακρυά  πώς ξέρει  από σάτυρα καί τήν εκτιμά,αφού ο αδελφός είναι λέει ο γνωστός γελοιογράφος

Τήν ρωτάνε λοιπόν για Λαζόπουλο και γιά ράδιο αρβύλα, εκεί χάνει τό χρώμα της,καί πρός στιγμήν τήν ψυχραιμία τής,αλλά εξακολουθεί νά τό παίζει ανετη,αλλά ο καπνός πού βγαίνει μέσα από τά μάτια τής τήν προδίδει.

"Εγώ λέει εκτίμώ παρά πολύ τήν σάτυρα,αλλά πιστεύω οτι αυτές οι εκπομπές τό παρακάνουν"Αλλό πού δέν ηθελε ο πανελίστας καί τής πετάει τό μπαλάκι
"Δηλαδή πιστεύεται πως πρέπει νά υπάρχει λογοκρισία?'

Η νίνα τότε ξαναβρίσκει τό χρώμα τής ,καί ως αλλη Εβίτα τούς κατακεραυνώνει"Ναί ,λίγο λογοκρισία πίστεύω πώς δέν θά εβλάπτε.."

Λίγο?Πόσο λίγο νίνα μού?Τι νά σού κάνει έσένα τό λίγο?Εσυ  είσαι κυρία ΄τού πολύ.Εσύ κι οι ομοίοι σού ανακουφίζεστε μόνο στίς λέξεις :Τάνκς.Τάξη.Μπουντρούμι.

Οσο σκέφτομαι οτι σέ 20 χρόνια  εσυ και  τά είδωλά σού θά κυβερνήσετε τούτη εδώ τή γελοία χώρα,τόσο  περισσότερο η ιδέα τής αυτοκτονίας εντυπώνεται μέσα μου.

Αλλά πρίν εντυπωθεί γιά τά καλά θα ,γελάω μέ τήν ανεσή μου μέ τά χάλια σάς.Πρίν μέ κλείσετε γιά πάντα στό μπουντρούμι.

Παρασκευή 9 Απριλίου 2010

Είμαι πολύ ευχαριστημένος


τό φετεινό πάσχα μού χάρισε ανέλπιστα δώρα.Ενα απ`αυτά ήταν καί η προσμονή

Μεγάλη χανούμισα η εν λόγω κυρία.ηρθε μέ τά πέπλα τής καί μέ τύλιξε.Γιατί εκεί  πού λές πώς πάει ,βάλτωσα,κι αρχίζεις τίς κλάψες καί τήν αυτολύπηση,ενα υπέροχο φωτάκι ανάβει μέσα σου,που σε προειδοποιεί καί συγχρόνως σ`αγκαλιάζει{τώρα πώς γίνεται αυτό θά σε γελάσω}Το πιό σημαντικό είναι ομως οτι σού μιλάει:Μάγκα μου ,σου λέει,υπάρχει κι αλλος δρόμος γιά σένα.

Γιατί πανάθεμα σε ολα αυτά τά χρόνια είχες διαλέξει αυτόν τόν κακοτράχαλο κι ανωμαλο δρόμο,πού πολύ πλήγωσε τόν ηδη καταρακωμένο ψυχισμό σου,μέ αποτέλεσμα νά χαλάσεις τά ηδη χαλασμένα νεύρα σου,δηλαδή επιδείνωσες το όλο  σύστημα

Καί κείνο ήταν στό παρατσάκ νά σέ στείλει στό διάολο,αλλά πρίν σέ στείλει οριστικά,είπε νά σού δώσει μιά τελευταία ευκαιρία μπάς καί συνέλθεις,καί σέ στειλε ολοσούμπτιτο είς τήν Χίο να μορφωθείς ωραιότατα ερείπια.

αυτά τά ερείπια εσύ τά πήρες ολα πάνω σου καί τά αναμόρφωσες,γιατί κατάλαβες οτι ηταν μήνυμα θεόσταλτο μέ προορισμό τήν ψυχική σού υγεία,η οποία ψυχική υγεία οπώς καταλάβαμε ,ηταν το λιγότερο διαταραγμένη.

Περισσότερο βέβαια τήν ελεγες επικυρηγμένη από κάθε λόγης παπατζήδες καί ψαλτάδες,ξέρεις απ`αυτούς πού προσφέρονται να σού αλλάξουν τήν ζωή,καί στό τέλος καταληγούν νά σού αλλάζουν τά φώτα

μέ λίγα λόγια κι αμεσα θέλω νά πώ οτι παντρευομαι τήν Χίο{πάει τό χάσα..}



Τώρα θά σού μιλήσω γιά τό αλλο δωρο ΄πού είναι ετσι πολύ ιδιαίτατο,γιατί νιώθω οτι κουβαλάει μέσα του αιώνες αταβιστικής πικρίας.Οχί τό συγκεγκριμένο αλλά η προιστορία τού


Ναί σωστά κατάλαβες.Μετά από 27  ετη μού ξαναχαρίσανε λαμπάδα.
γιατί είχα τραύμα ανοιχτό κι αιμοραγούσε τόσα χρόνια,κι ηρθε αυτή η λαμπαδίτσα με τόν μπομπ στή μέση{μήν τόν ψάχνεις.Αυτοκτόνησε στούς βροντάδες}καί τό κλείσε οριστικά.


κουβαλούσα πού λές αυτό τραύμα,και τό σέρνα,γιατι είχα δυό υπέροχα στοργικά βαμπίρ γιά νονούς,οι οποίοι πολύ μέ είχαν κακομάθει,αλλά εντελώς ξαφνικά μέ ξέχασαν,αλλά τούς ξέχασα καί γώ,αλλά ηρθες εσύ  κι ολα τακτοποιήθηκαν

Μιά κούπα  λοιπόν λάδι από μένα γιά σένα ,γιά τήν νέα βάπτιση μού.

Πέμπτη 8 Απριλίου 2010

Αυτό το κτίριο μέ κανε να σκεφτώ πολλά

γιά τά ανθρώπινα,τά ανόητα.Αυτό τό άριστούργημα θα υπάρχει καί μετά από μένα,κι αυτό δέν είναι μιά πικρή διαπίστωση,κάθε αλλο

Η ιστορία μιλάει μέ χιλιάδες χρόνια,ενώ η δική σου υπαρξη με μερικές δεκαετίες.Αν είσαι ας πούμε 40 καί δέν εχεις σκοπό νά αυτοκτονήσεις,εχεις μπροστά σου 20 μέ 25 χρόνια  για να δημιουργήσεις,αν θές βέβαια να δημιουργήσεις,γιατί μπορεί καί  να μήν θέλεις

Κανείς δέν σέ υποχρεώνει νά θέλεις.Μόνο τό θέλω σου.Θέλω αυτό,θέλω εκείνο,θέλω να μαι,πολλά θέλω αγεωγράφητα.

Πάντως τα καλύτερα θέλω εχουν μεγάλο σουξέ μέσα στό μυαλο.Γιατί η φαντασίωση παρακάμπτει τήν ταπείνωση,καί φτάνεις αλώβητος στόν θρίαμβο.

Ενώ η αληθινή ζωή μαστιγώνει τά θέλω σου,τούς βάζει παρακαμπτήριους,οδοφράγματα

Αλλά εσύ εξακολούθείς να θές να επιθυμείς.Ισως τελικά τό θέλω να είναι ενας κουμπαράς πού ποτέ δέν θά τόν βρείς γεμάτο,οσο κι αν τό προσπαθείς.


Στό αστεροσκοπείο πάντως   ετούτης τής ζωής θά βρείς πολλά αστέρια,αν τό θές να σέ φωτίσουν.

Ναί παίζει κι αυτό.Γιά να ανάψει κάτι πρέπει νά τό θές

Τετάρτη 7 Απριλίου 2010

Περπάτησα σ`αυτό τό δρόμο

καί δέν μού φάνηκε καθόλου ολισθηρός.Τουναντίον:ηταν ενας δρόμος πού σ`οδηγούσε κατευθείαν στήν καρδιά τού εντεχνου κίτς,στήν λυρική σού πλευρά ,εκεί πού τά πράγματα δέν εχουν ξεχάσει να θυμούνται

Φέτος λοιπόν μέ ταξίδεψα στη Χίο,κι αν τά ταξίδια σέ πηγαίνουν ως τήν άκρη τού ευατού σού,τότε στά σίγουρα δέν σέ πηγαίνουν ως τό τέρμα

Εσύ ομως τό προσπάθείς,θέλεις νά φτάσεις  ως εκεί,αλλά η ζωή δέν σού κάνει τό χατήρι,καί σύ στεναχωριέσαι,οχί τόσο πού δέν προσπάθησες οσο θά θελες,αλλά  επειδή δέν τό θέλησες πραγματικά

Αλλά πέφτεις πάνω σ`αυτή τη δύση κι αναθεωρείς,καί λές γιατί οχι,εδώ να φτιάξω τό σπίτι μου,εδώ να στρέψω την βολή μου,κι αρχίζεις να λικνίζεις τήν σιωπή σου πάνω σ`αυτό τό παράξενο φώς

Κι η σιωπή σέ ανταμείβει,ιδίως αμα ξέρεις νά περιμένεις...