ΜΠΑΡΜΠΑΡΑ Θυμήσου Μπαρμπαρά
Έβρεχε χωρίς σταματημό στη Βρέστη εκείνη την ημέρα
Και περπατούσες χαμογελαστή
Χαρούμενη ευτυχισμένη μουσκεμένη
Μέσα στη βροχή
Θυμήσου Μπαρμπαρά
Έβρεχε χωρίς σταματημό στη Βρέστη
Και σε συνάντησα στην οδό Σιάμ
Χαμογελούσες
Κι εγώ χαμογελούσα
Θυμήσου Μπαρμπαρά
Εσένα που δεν σε ήξερα
Εσύ που δεν με ήξερες
Θυμήσου
Θυμήσου εκείνη την ημέρα
Μην ξεχνάς
Ένας άντρας προφυλαγόταν κάτω από ένα πρόθυρο
Και φώναξε το όνομά σου
Μπαρμπαρά
Κι έτρεξες προς το μέρος του μέσα στη βροχή
Μουσκεμένη ευτυχισμένη χαρούμενη
Και ρίχτηκες στην αγκαλιά του
Θυμήσου τό Μπαρμπαρά
Και μη μου θυμώνεις αν σου μιλάω στον ενικό
Μιλάω στον ενικό σε όλους όσους αγαπώ
Ακόμα κι αν δεν τους έχω δει παρά μια μόνη φορά
Μιλάω στον ενικό σε όλους όσους αγαπιούνται
Ακόμα κι αν δεν τους ξέρω
Θυμήσου Μπαρμπαρά
Μην ξεχνάς
Αυτήν την ήρεμη κι ευτυχισμένη βροχή
Πάνω στο ευτυχισμένο πρόσωπό σου
Πάνω σ’ αυτήν την ευτυχισμένη πόλη
Αυτήν τη βροχή πάνω στη θάλασσα
Πάνω απ’ τον ναύσταθμο
Πάνω απ’ το πλοίο τ’ Ουεσάν
Ω Μπαρμπαρά
Τι σαχλαμάρα ο πόλεμος
Τι απέγινες τώρα
Μέσα σ’ αυτή τη βροχή σίδερου
Φωτιάς ατσαλιού και αίματος
Κι αυτός που σ’ έσφιγγε στην αγκαλιά του
Ερωτευμένα
Μήπως είναι νεκρός εξαφανισμένος ή ακόμα ακόμα ζωντανός
Ω Μπαρμπαρά
Βρέχει χωρίς σταματημό στη Βρέστη
Όπως έβρεχε πριν
Αλλά δεν είναι το ίδιο κι όλα καταστράφηκαν
Είναι μια πένθιμη βροχή τρομερή και λυπητερή
Δεν είναι πια η καταιγίδα
Φωτιάς ατσαλιού αίματος
Απλών νεφελωμάτων
Που ψοφάνε σαν τα σκυλιά
Σκυλιά που εξαφανίζονται
Στα νερά της Βρέστης
Και πάνε να σαπίσουν μακριά
Μακριά πολύ μακριά απ΄ τη Βρέστη
Που απ’ αυτήν δεν μένει πια τίποτα.
Διαβάζω αυτό το ποίημα στον αδελφό μου. Τι με κοιτάζεις έτσι ? Ζακ Πρεβέρ είναι
δεν θα ραγίσεις καθόλου? Από τι φαίνεται μάλλον όχι. Δεν πειράζει αδελφός μου είσαι
δεν θα χαλάσουμε τις καρδιές μας.Νομίζουμε ότι η καρδιά είναι είναι ένα όργανο που
απλά υπάρχει για να μετράει χτύπους .Δηλαδή οι άλλοι το νομίζουν ,γιατί εγώ δεν.
Εσύ όμως είσαι αδελφός μου και στο αδελφικό σύμπαν όλα συγχωρούνται. Ακόμα
και τα ποιήματα που δεν είναι για να καταλάβουμε ,απλώς πρωτίστως για να τα
νιώθουμε. Αλλά εσύ νιώθεις εμένα ,αλλά όχι τα ποιήματα που με περιβάλλουν.
Με ρωτάς γιατί σου το διάβασα .Τι να σου εξηγώ τώρα .Για ποιους ενικούς
και σε ποια θάλασσα βούλιαζα. Τι σημασία έχει.Όλα τα ναυάγια νεκρούς
περισυλλεγουν. Βέβαια δεν χρειάζεται να έχεις καταπιεί Τιτανικούς για να
μιλήσεις για την υφή του νερού , η για το πως νιώθεις όταν πνίγεσαι. Ο καθένας
τον πνιγμό του αλλιώς τον εννοεί. Θυμάσαι όταν ήμασταν παιδιά που ερχόμουν
στη θάλασσα για να σε βρω για να διαπιστώσω αν έχεις πνιγεί? Δεν μπορεί
θα το θυμάσαι. Δεν το ευχόμουν χαζό ,το φοβόμουν. Αλλά άμα φοβάσαι κάτι
είναι σαν να το εύχεσαι. Έτσι είναι: όλα τα πράγματα που φοβηθήκαμε στο
τέλος τα λουστήκαμε.Εντάξει δεν πνίγηκες κυριολεκτικά ,αλλά μεταφορικά
το αλάτισες το είναι σου ως την άκρη του.Είσαι καλά τώρα ,σχετικά καλά,
αν εξαιρέσεις τα κάτασπρα μαλλιά σου και το σπασμένο πρόσωπο σου.
Με ρωτάς και μένα αν είμαι καλά .Σου φαίνομαι πολύ αδύνατος ,όχι εγώ
δεν πνίγηκα ,τουλάχιστον απ`έξω μου ,γιατί από μέσα μου ξεχειλίζει το νερό.
Μην κοιτάς που δεν φαίνεται ,τίποτα από μένα δε φαίνεται ,αν δεν θέλω εγώ να
δεις.Από περηφάνια περισσότερο και λιγότερο από ντροπή ,και η ντροπή είναι
ένα συναίσθημα , που αν θες να ξέρεις , σε κάνει να αισθάνεσαι λιγότερο μουράτος
λιγότερο ακατάστατος , λιγότερο τιποτένιος.Οι άλλοι δεν χρειάζεται να σου πουν
τίποτα.Αρκεί που το ξέρεις εσύ ,αρκεί που το χεις συλλάβει και μπορείς να το πεις.
Η μυστικοπάθεια στην οικογένεια μας ήταν κάτι το χαρακτηριστικό .Λέω ήταν
και δεν λέω είναι. Τα πράγματα αλλάζουν για να διαρκούν ,γιατί ίδια παραμένουν
πάντα. Πόσα "πάντα" δεν σκοτώσαμε. Πόσα "για πάντα" μέσα μας σταυρώσαμε.
Τους φίλους μας ,τους έρωτες μας ,και πάνω από όλα εμάς τους ίδιους. Ωραία η
διανομή ,δεν λέω, αλλά θα μπορούσε το εργο να παιχτεί και με καλύτερους όρους.
Αλλά που να γυρίσεις τώρα πίσω , και ποιόν να λυπηθείς. Ξέρεις η λύπη είναι
περίεργο συναίσθημα ,ακατάλληλο οπωσδήποτε ,για ερωτικούς γκρεμούς. Όταν
λυπάσαι κάποιον ξέρεις ότι είναι κάτω από σένα .Η αυτολύπηση βέβαια είναι
χειρότερη γιατί σε καθιστά εκούσιο θύμα ,αλλά τι σου λέω τώρα που δεν σου
χω ξαναπεί. Κοιτάζω τώρα το νύχι σου στο μεγάλο πόδι .Έχει μεγαλώσει πολύ.
Κι ο μπαμπάς είχε ένα ίδιο , και σκέφτομαι , για φαντάσου ,ποια γονίδια ,ποια
μιμίδια , είμαστε φτυστοί οι πατεράδες μας και οι μανάδες μας. Εσυ δεν είσαι που
λες ,πως η οικογένεια είναι ένα ενυδρείο όπου κατοικούν μέσα του σκυλόψαρα
που άμα βάλεις το χέρι σου μέσα θα σε κατασπαράξουν , το λες και το τονίζεις
αλλά η συναισθηματική ορθογραφία κάπου χάνει το δίκιο της όταν τονίζεται
πάνω στα αίματα.Άλλωστε χέρι είναι ,θα γιάνει ,το άλλο , το καλό αυτό που
τονίζεται η καρδιά και διορθώνει τα σφάλματα της ,αυτό το κρατάς γερό και
προχωράς ,και καμιά φορά ζητάς και συγνώμη .κυρίως από σένα ,κυρίως
για όσα πράγματα δεν ειπώθηκαν στην ώρα τους , γιατί τι νομίζεις ότι είμαστε,
θυμωμένες λέξεις τις όποιες τις φορτώνουμε σε λάθος παραλήπτη , γιατί ο σωστός
πάει ,έκανε φτερά , και που να τον ψάξεις. Για αυτό σου λέω: να φταίω θέλω.
Εσύ να μην φταις , εσύ μόνο το νύχι σου να κόψεις ,κι όλα θα διορθωθούν.
Έβρεχε χωρίς σταματημό στη Βρέστη εκείνη την ημέρα
Και περπατούσες χαμογελαστή
Χαρούμενη ευτυχισμένη μουσκεμένη
Μέσα στη βροχή
Θυμήσου Μπαρμπαρά
Έβρεχε χωρίς σταματημό στη Βρέστη
Και σε συνάντησα στην οδό Σιάμ
Χαμογελούσες
Κι εγώ χαμογελούσα
Θυμήσου Μπαρμπαρά
Εσένα που δεν σε ήξερα
Εσύ που δεν με ήξερες
Θυμήσου
Θυμήσου εκείνη την ημέρα
Μην ξεχνάς
Ένας άντρας προφυλαγόταν κάτω από ένα πρόθυρο
Και φώναξε το όνομά σου
Μπαρμπαρά
Κι έτρεξες προς το μέρος του μέσα στη βροχή
Μουσκεμένη ευτυχισμένη χαρούμενη
Και ρίχτηκες στην αγκαλιά του
Θυμήσου τό Μπαρμπαρά
Και μη μου θυμώνεις αν σου μιλάω στον ενικό
Μιλάω στον ενικό σε όλους όσους αγαπώ
Ακόμα κι αν δεν τους έχω δει παρά μια μόνη φορά
Μιλάω στον ενικό σε όλους όσους αγαπιούνται
Ακόμα κι αν δεν τους ξέρω
Θυμήσου Μπαρμπαρά
Μην ξεχνάς
Αυτήν την ήρεμη κι ευτυχισμένη βροχή
Πάνω στο ευτυχισμένο πρόσωπό σου
Πάνω σ’ αυτήν την ευτυχισμένη πόλη
Αυτήν τη βροχή πάνω στη θάλασσα
Πάνω απ’ τον ναύσταθμο
Πάνω απ’ το πλοίο τ’ Ουεσάν
Ω Μπαρμπαρά
Τι σαχλαμάρα ο πόλεμος
Τι απέγινες τώρα
Μέσα σ’ αυτή τη βροχή σίδερου
Φωτιάς ατσαλιού και αίματος
Κι αυτός που σ’ έσφιγγε στην αγκαλιά του
Ερωτευμένα
Μήπως είναι νεκρός εξαφανισμένος ή ακόμα ακόμα ζωντανός
Ω Μπαρμπαρά
Βρέχει χωρίς σταματημό στη Βρέστη
Όπως έβρεχε πριν
Αλλά δεν είναι το ίδιο κι όλα καταστράφηκαν
Είναι μια πένθιμη βροχή τρομερή και λυπητερή
Δεν είναι πια η καταιγίδα
Φωτιάς ατσαλιού αίματος
Απλών νεφελωμάτων
Που ψοφάνε σαν τα σκυλιά
Σκυλιά που εξαφανίζονται
Στα νερά της Βρέστης
Και πάνε να σαπίσουν μακριά
Μακριά πολύ μακριά απ΄ τη Βρέστη
Που απ’ αυτήν δεν μένει πια τίποτα.
Διαβάζω αυτό το ποίημα στον αδελφό μου. Τι με κοιτάζεις έτσι ? Ζακ Πρεβέρ είναι
δεν θα ραγίσεις καθόλου? Από τι φαίνεται μάλλον όχι. Δεν πειράζει αδελφός μου είσαι
δεν θα χαλάσουμε τις καρδιές μας.Νομίζουμε ότι η καρδιά είναι είναι ένα όργανο που
απλά υπάρχει για να μετράει χτύπους .Δηλαδή οι άλλοι το νομίζουν ,γιατί εγώ δεν.
Εσύ όμως είσαι αδελφός μου και στο αδελφικό σύμπαν όλα συγχωρούνται. Ακόμα
και τα ποιήματα που δεν είναι για να καταλάβουμε ,απλώς πρωτίστως για να τα
νιώθουμε. Αλλά εσύ νιώθεις εμένα ,αλλά όχι τα ποιήματα που με περιβάλλουν.
Με ρωτάς γιατί σου το διάβασα .Τι να σου εξηγώ τώρα .Για ποιους ενικούς
και σε ποια θάλασσα βούλιαζα. Τι σημασία έχει.Όλα τα ναυάγια νεκρούς
περισυλλεγουν. Βέβαια δεν χρειάζεται να έχεις καταπιεί Τιτανικούς για να
μιλήσεις για την υφή του νερού , η για το πως νιώθεις όταν πνίγεσαι. Ο καθένας
τον πνιγμό του αλλιώς τον εννοεί. Θυμάσαι όταν ήμασταν παιδιά που ερχόμουν
στη θάλασσα για να σε βρω για να διαπιστώσω αν έχεις πνιγεί? Δεν μπορεί
θα το θυμάσαι. Δεν το ευχόμουν χαζό ,το φοβόμουν. Αλλά άμα φοβάσαι κάτι
είναι σαν να το εύχεσαι. Έτσι είναι: όλα τα πράγματα που φοβηθήκαμε στο
τέλος τα λουστήκαμε.Εντάξει δεν πνίγηκες κυριολεκτικά ,αλλά μεταφορικά
το αλάτισες το είναι σου ως την άκρη του.Είσαι καλά τώρα ,σχετικά καλά,
αν εξαιρέσεις τα κάτασπρα μαλλιά σου και το σπασμένο πρόσωπο σου.
Με ρωτάς και μένα αν είμαι καλά .Σου φαίνομαι πολύ αδύνατος ,όχι εγώ
δεν πνίγηκα ,τουλάχιστον απ`έξω μου ,γιατί από μέσα μου ξεχειλίζει το νερό.
Μην κοιτάς που δεν φαίνεται ,τίποτα από μένα δε φαίνεται ,αν δεν θέλω εγώ να
δεις.Από περηφάνια περισσότερο και λιγότερο από ντροπή ,και η ντροπή είναι
ένα συναίσθημα , που αν θες να ξέρεις , σε κάνει να αισθάνεσαι λιγότερο μουράτος
λιγότερο ακατάστατος , λιγότερο τιποτένιος.Οι άλλοι δεν χρειάζεται να σου πουν
τίποτα.Αρκεί που το ξέρεις εσύ ,αρκεί που το χεις συλλάβει και μπορείς να το πεις.
Η μυστικοπάθεια στην οικογένεια μας ήταν κάτι το χαρακτηριστικό .Λέω ήταν
και δεν λέω είναι. Τα πράγματα αλλάζουν για να διαρκούν ,γιατί ίδια παραμένουν
πάντα. Πόσα "πάντα" δεν σκοτώσαμε. Πόσα "για πάντα" μέσα μας σταυρώσαμε.
Τους φίλους μας ,τους έρωτες μας ,και πάνω από όλα εμάς τους ίδιους. Ωραία η
διανομή ,δεν λέω, αλλά θα μπορούσε το εργο να παιχτεί και με καλύτερους όρους.
Αλλά που να γυρίσεις τώρα πίσω , και ποιόν να λυπηθείς. Ξέρεις η λύπη είναι
περίεργο συναίσθημα ,ακατάλληλο οπωσδήποτε ,για ερωτικούς γκρεμούς. Όταν
λυπάσαι κάποιον ξέρεις ότι είναι κάτω από σένα .Η αυτολύπηση βέβαια είναι
χειρότερη γιατί σε καθιστά εκούσιο θύμα ,αλλά τι σου λέω τώρα που δεν σου
χω ξαναπεί. Κοιτάζω τώρα το νύχι σου στο μεγάλο πόδι .Έχει μεγαλώσει πολύ.
Κι ο μπαμπάς είχε ένα ίδιο , και σκέφτομαι , για φαντάσου ,ποια γονίδια ,ποια
μιμίδια , είμαστε φτυστοί οι πατεράδες μας και οι μανάδες μας. Εσυ δεν είσαι που
λες ,πως η οικογένεια είναι ένα ενυδρείο όπου κατοικούν μέσα του σκυλόψαρα
που άμα βάλεις το χέρι σου μέσα θα σε κατασπαράξουν , το λες και το τονίζεις
αλλά η συναισθηματική ορθογραφία κάπου χάνει το δίκιο της όταν τονίζεται
πάνω στα αίματα.Άλλωστε χέρι είναι ,θα γιάνει ,το άλλο , το καλό αυτό που
τονίζεται η καρδιά και διορθώνει τα σφάλματα της ,αυτό το κρατάς γερό και
προχωράς ,και καμιά φορά ζητάς και συγνώμη .κυρίως από σένα ,κυρίως
για όσα πράγματα δεν ειπώθηκαν στην ώρα τους , γιατί τι νομίζεις ότι είμαστε,
θυμωμένες λέξεις τις όποιες τις φορτώνουμε σε λάθος παραλήπτη , γιατί ο σωστός
πάει ,έκανε φτερά , και που να τον ψάξεις. Για αυτό σου λέω: να φταίω θέλω.
Εσύ να μην φταις , εσύ μόνο το νύχι σου να κόψεις ,κι όλα θα διορθωθούν.
7 σχόλια:
ε μα,ο καθένας τον πνιγμό του αλλιώς τον εννοεί,τόσον καιρό κάπως έτσι ήθελα να το πώ αλλά δεν έβγαινε η άτιμη η σκέψη
έλα να βγάλουμε ενός λεπτού κραυγή για όσα δεν ειπώθηκαν στην ώρα τους,έλα
επεστρεψες επιτελους!
ναι ειμαστε ιδιοι οι μαμαδες και οι πατεραδες δυστυχως, κανουμε μαθηματικα τα ιδια λαθη, ζουμε τις ιδιες τραγωδιες μεσα μας
Η μυστικοπάθεια δεν είναι χαρακτηριστικό μόνο της δικής σου οικογένειας......
Ούτε οι απώλειες....δυστυχώς....
Και όλοι μας έχουμε νιώσει τον πνιγμό....
Αυτό που δεν είχα σκεφτεί αλλά έχεις πολύ δίκαιο...είναι πως 'ότι φοβόμαστε το ευχόμαστε'.
Γι αυτό λουστήκαμε ό,τι κοροϊδεύαμε.
Γι αυτό τα ποτέ και τα πάντα είναι λάθος....αλλά τα ξαναλέμε.....
Ήμουν πολύ μικρή και κόντεψα να πνιγώ σαν έπεσα με φόρα στη θάλασσα και δεν ήξερα κολύμπι...
τώρα και να πέσω, φοβάμαι πως θα πνιγώ... αλλά δεν με πειράζει, ξέρω πως ενστικτωδώς τώρα θα κολυμπήσω...
ή μάλλον δεν το ξέρω, το εύχομαι.
Με τρόμαζε εκείνο το "ότι φοβόμαστε το ευχόμαστε" αν έχεις δίκιο καλέ μου... τότε είμαι πολύυυυ πίσω... και γω που νόμιζα πως έχω αφήσει το παρελθόν, μάλλον με κυνηγάει, εμμονή στο μυαλό μου...
Καλώς ή κακώς...όσο και να το αποφεύγουμε...ακόμη κι αν δε τους έχουμε ζήσει όσο θα έπρεπε, τους μοιάζουμε...
καλησπέρα!
Μεσιέ Takis, γράψε μας ντε κάτι καινούργιο, σε περιμένω μέρες τώρα. "Αρέσει" βλέπεις..
Ήμουν έτοιμη να γράψω "ωραίο κείμενο", αλλά μετά σκέφτηκα πόσο εκνευρίζομαι όταν βλέπω στο φέισμπουκ να κάνουν 'λάικ' σε θλιβερές εικόνες, ειδήσεις κ.λ.π.
Αυτό που γράφεις για την οικογένεια ενυδρείο μου θύμισε κάτι που είχε πει ο Γιώργος Χειμωνάς και το βρήκα επίσης πολύ εύστοχο:"..στο τελευταίο, μπαίνοντας αριστερά στο σπίτι, δωμάτιο ακουγόταν συνέχεια, όταν φυσούσε αέρας τον χειμώνα, ένας βόγγος βασανισμένος και άγριος. Το δωμάτιο ήταν πάντα κλειδωμένο. ήταν σαν μια αποθήκη. Αλλά εγώ ήξερα ότι εκεί μέσα ήταν φυλακισμένο, δεμένο, ένα άγνωστο πληγωμένο ζώο που ποτέ δεν έπρεπε να ελευθερωθεί. Γι'αυτό το δωμάτιο εκείνο έπρεπε να είναι πάντα κλειστό. Όλα τα σπίτια, όλες οι οικογένειες έχουν πάντα ένα τέτοιο δωμάτιο και κρατούν εκεί, ως το τέλος, αφανέρωτο το μεγάλο τρομαχτικό ζώο, γεννημένο κι αυτό μέσα στην οικογένεια."
Δημοσίευση σχολίου