Τρίτη 19 Απριλίου 2011

Τα φαντάσματα για σκέπη.


Όταν κατεβαίνω στην πόλη που μεγάλωσα , νιώθω  σαν το αγαλματάκι της φωτογραφίας: περιμένω
με στωικότητα την στιγμή  που τα όρνεα θα πέσουν πάνω  στο καρπούζι  και θα με κατασπαράξουν.
Δεν πέφτουν και μένω πάντα  με την απορία  πως και δεν συνέβη το μοιραίο. Συνήθως σε όλη την διάρκεια του ταξιδιού νιώθω σαν αυτό το ανοιχτό καρπούζι:παθαίνω εφιδρώσεις ,κράμπες στο 
στομάχι. Αλλά φευ: Το καρπούζι άθιχτο ,παρότι ανοιχτό.Βέβαια τα καρπούζια δεν παθαίνουν
τίποτα απο  ολα αυτά. Οι ανθρωποι παθαίνουν . Που  φέρονται σαν να ηταν καρπούζια ,και δη ανοιχτά.

Αλλά κάποιος έχει τσιμπήσει  ,αλλά αυτό είναι το λιγότερο. Το περισσότερο είναι ότι πρέπει να ανέβω
στο ρημαδιασμένο λεωφορείο και να ταξιδέψω, και  η προοπτική του να ταξιδέψω μου δημιουργεί
εκνευρισμό. Τι να μου μάθουν έμενα οι εξοχές, oi εξοχές είναι βουβές , τα λένε μόνο μεταξύ τους.

Και να φανταστεί κανείς πως κάποτε , πολύ κάποτε είχα αποφασίσει να μεταναστεύσω  σε άλλη γη,
σε άλλη γλώσσα. Τελικά δεν έφυγα ,αλλά ήταν σαν να έχω φύγει.Εκείνη την περίοδο ένιωθα έτσι:
Ήμουν το φαγωμένο αχλάδι . Διατέλεσα βίο φαγωμένου αχλαδιού. όσοι με δάγκωσαν  ακόμη πρέπει
να αισθάνονται την  πληγή στα ούλα τους. Βλέπεις  δεν υπάρχουν μονάχα  σκληρά καρύδια  σ`αυτή
την πλάση. Υπάρχουν και σκληρά αχλάδια. Παροτι φαγωμένα μπορούν να ανασυντάσσονται  και να
αναπλάθωνται ανάλογα  με τις περιστάσεις. Θα μου πεις τι θυμάσαι. Ότι  θέλω θυμάμαι. Κι ότι δεν θέλω  το αφήνω να πάρει μόνο του φωτιά.


Περπατάω σε γνωστούς δρόμους. Όλα με θυμίζουν  κι όλα με ξεχνάνε εδώ πέρα. Ένα χρόνο ακόμη
να καθυστερούσα το ταξίδι  και θα με είχα ξεχάσει εντελώς: θα έλεγα ας πούμε: συγνώμη κύριε,
ποιος είστε? Από ποιόν κελί μνήμης δραπετευσατε? Αλλά δεν θα το πω. Τίποτα δεν λέω. Μονάχα
χαμογελάω σαν χαζός στους περαστικούς. Οικείες φάτσες. Άραγε με θυμούνται? Κι αν ναι ,τι θα
σκέφτονται? Μπα .Δεν σκέφτονται. Για να πω την αλήθεια  καλύτερα που δεν σκέφτονται
καλύτερα που δεν θυμούνται. Σκέψου τώρα να σε σταματήσουν στο δρόμο και να αρχίσουν
να σε πλακώνουν στις ερωτήσεις: πού είσαι, που χάθηκες, πως ζεις. Ρε ,δεν  πάτε στο διάολο
που θα με ρωτήσετε κιόλας πως ζω. Όπως θέλω ζω. Άμα με σταματήσουν θα τους το πω.

Μπορεί να τους πω και χειρότερα. Μπορώ. Έχω την θέληση. Άμα συναντήσω την θεία μου
θα της το πω .Δεν ξέρω γιατί, αλλά έχω θυμό με την θεία μου. Ενώ δεν θα πρεπε. Έφτιαχνε
ωραίο σνίτσελ η θεία. Και τα Χριστούγεννα έδινε καλό χαρτζιλίκι στα κάλαντα. Μήπως πρέπει
να την πάρω τηλέφωνο? Άντε καλέ. Κάνε καμιά βόλτα γύρω από το τετράγωνο μπας και
συνέλθεις  κι  άσε τώρα τα συμφιλιωτικά. Να την κάνω την βόλτα. Τι ώρα έχω εκείνο
το αόριστο ραντεβού  με τον αδελφό μου? Προλαβαίνω να θυμώσω κι άλλο?


Ασφαλώς και προλαβαίνεις. Να, κόψε δρόμο από δω και  πήγαινε στο δρόμο με τα ερείπια.
Η παλιά σου γειτονιά σε περιμένει. Φοράς γυαλιά? Μπράβο. Μην τα βγάλεις. Σε ξέρω εγώ,
σε έχω γεννήσει. Θα σε πιάσουν τα συγκινησιακά σου και θα έχουμε οδυρμούς εν μέσω δρόμου.
Γι αυτό μην τα εγκαταλείψεις . Σκέψου να σε δει κανένα άξεστο  βλέμμα να  κλαις  να σου βγεις
μετά καμιά φήμη  πως  είσαι ..τι είσαι ακριβώς? Καλύτερα να μην θες να μάθεις.
Άσε τα συμπέρασμα για τους περαστικούς. Είναι άλλωστε οι πιο αναρμόδιοι  για τέτοιους
είδους καταστάσεις. Αλλά το παρελθόν σου είναι εδώ  και σου κάνει καντάδα.


Πως αντιλαμβάνεται κανείς το παρελθόν του?  Ίσως με τον τρόπο  των νεανικών χρόνων του Τζούλιαν  Μπάρνς. Μου πάει αυτός ο τρόπος. Με εμπεριέχει." Όταν ήμουν φοιτητής ιατρικής, κάποιοι φαρσέρ σε ένα χορό αποφοίτων αμόλησαν στην αίθουσα ένα γουρουνάκι πασαλειμένο με λίπος. Το ζώο συστρεφόταν ανάμεσα στα πόδια μας,προσπαθούσε να ξεφύγει, τσίριζε συνέχεια.

Διάφοροι έπεφταν χάμω προσπαθώντας να το πιάσουν ,και ρεζιλεύονταν στην προσπάθεια τους.
Το παρελθόν μοιάζει να συμπεριφέρεται σαν εκείνο το γουρουνάκι..." Να το λοιπόν: το παρελθόν
που είχα φανταστεί ,σκιά του ίδιου του  του ευατού. Ποιός  κατοικεί πια εδώ. Το παλιό σπίτι
δεν υπάρχει . Στη θέση του μια τετραωροφη πολυκατοικία. Σιγά μην κλάψω. Αν ήταν βέβαια
στη θέση του σίγουρα θα εκλαιγα. Αλλα τώρα  μια μουτζαλιά. Ένα υβρίδιο. Ένα τίποτα.


Παρελθόν μη -κατοικίσημο. Ε.Α. Οπως στους σεισμούς. Επικίνδυνο-Ακατάλληλο. Ισως να είναι
κατάλληλο μόνο για πολύ ενήλικες. Εγω είπαμε: Ανηλικιώση.  Αλλά δεν είναι  που θέλω,είναι
που δεν μπόρεσα. Η Βασιλική απο το απέναντι μπαλκόνι με κοιτάζει. Παλιά φίλη-παιδική,αδιαφορη
Με κοιτάζει με περιεργεια .Ισως να με θυμάται. Κι εγω την θυμάμαι. Οχι με πολύ νοσταλγία,αλλα την
θυμάμαι. Η υπεροψία δεν την εχει εγκαταλειψει. Οπως και το παγωμένο χαμόγελο. Κρατάει ενα μωρό
στην αγκαλιά της. Το πηγαίνει πέρα δώθε. Μου ερχεται να της φωναξω" δικό σου είναι το μωρό  καλή
μου? " Ετσι , χωρίς να εχει προηγηθεί καμία συννενόηση. Σαν να μην πέρασε μια μέρα. Σαν να μην
πέρασαν 20 και βάλε χρόνια. Σαν να βγήκα  απο το σπίτι μου ,οπως παλιά  και την είδα να κρέμεται
στα κάγκελα. Αλλά οι ανθρωποι ξέρουν να κάνουν μόνο ενα πράγμα καλά. Η Βασιλική το ιδιο.

Που μπορεί να διαβάζει αυτές τις γραμμές τώρα , ετσι τυχαία. Και να  σκέφτεται : θα μπορούσα να ημουν εγώ . Το κορίτσι που δεν  γέλαγε ποτέ. Η Βασιλική που δεν χαρισε ποτέ της  την συγνώμη
σε κανένα. Αυτή είμαι εγω , θα σκεφτεί. Και θα κλείσει απότομα τον υπολογιστή της ,για να γυρίσει
στη ζωή που την κάνει να είναι ο ευατός της. Αλλά τώρα  κλείνει το μωρό της στην αγκαλιά της
σαν να προσπαθεί να το προστατέψει. Οχι απο μένα  φαντάζομαι , αλλά απο εκείνα τα φαντασματα
που οσο κι αν θέλεις να τα διώξεις ,εκείνα σε επισκέπτονται ξανά με νεα μορφή σε νέους ρόλους.


Οι ρόλοι της ζωής μας . Που δεν διαλέξαμε. Και μας κοιτάνε τώρα  καχύποπτα.  Στο απέναντι
μπαλκόνι . Στη γειτονιά  του Εδώ  Θυμάμαι.  Τελικά ότι κι αν κάνουμε εδώ πληγώνονται.

Κι αυτό δεν το αμφισβητεί κανείς πλέον.

9 σχόλια:

ασωτος γιος είπε...

απλα σε λατρευω

ΦΛΕΓΟΜΕΝΟΣ είπε...

φοβερό κείμενο!!!!!!!

homo anisorropus είπε...

Αχ αγαπημένε μου!!!
Μερικές φορές επιτρέπονται οι αναμνήσεις για να γεννούν υπέροχα κείμενα. Σαν κι αυτό.

M είπε...

Αποδεχθείτε (τη θεία, τη Βασιλική, το παρελθόν) ως έχουν και τίποτα δεν θα μπορεί να σας πληγώσει :-)

Ανώνυμος είπε...

όπως θέλω ζω

κι όπως μπορώ

κι αν το παρελθόν κάνει καντάδα,κλείνουμε το παράθυρο

να μ'ακούς εμένα,γιατί με το παρελθόν έχω ανοιχτές δουλειές

σαν πληγές ανοιχτές

μ είπε...

Δαγκωμένο αχλάδι; Σε δαγκωμένη σαύρα υπό αναγεννητική διαδικασία μου φαίνεσαι ;)

Πόσο ξένο μπορεί να γίνει κάτι τόσο παλιότερα οικείο όμως ε...

Spy είπε...

Ξέρω, είναι σκληρή ερώτηση, αλλά τελικά ποιόν αντιπαθείτε περισσότερο: τη θεία σας ή... ;

Καταλαβαίνετε;

Ανώνυμος είπε...

Για την κοπέλα στο μπαλκόνι κ την επιστροφή...

ΜΑΡΙΑ*

‘Εξω από το παράθυρο έλαμπε το πέλαγος.
Θα τρελλαθώ αν χαθεί το πέλαγος, είπε η Μαρία.
‘Εκρυβε με τα χέρια τη γυμνότητα,
παράφορη, γυρίζοντας
με μια τρομαχτικήν απόγνωση σ’ όλα τα κέντρα,
σ’ όλους τους κινηματογράφους της πρωτεύουσας.
Τον γύρευε. Ρωτούσε τους πορτιέρηδες επίμονα.
Παραξενεύονταν που δεν τον είχε ιδεί κανείς.
Πού νάναι; πού είναι; πες μου τώρα, πες μου εσύ.
Πάντα γυμνή, τόσο άμυαλη. Και ξάφνου
μέσα στο φως: Λευτέρη! φώναξε
κι όρμησε πάνς του. Μα εκείνος
είταν βουβός, πολύ βουβός, ένας χαμένος
ίσκιος. Και την έσυρε. Και πέθαναν.
Τους πήρε το τιμόνι στον κατήφορο, τους τσάκισε
τα κόκκαλα και τα νεφρά. Πολύν καιρό
κατόπι μας βασάνισε η ψυχή τους.

* του Τάκη Σινόπουλου

Χάρηκα..

Prisoned Soul είπε...

Όταν πάω στο χωριό νιώθω τόσο μόνη...
έχω χάσει πια τις παρέες μου κι ας είμαι ακόμη μικρή.
Πάω και κλείνομαι σπίτι δε βγαίνω, ή αν βγω θα πάρω κυριολεκτικά τα βουνά για πεζοπορία.
Περπατάω, περπατάω και βρίσκω ξανά την ηρεμία που μου στερεί η Αθήνα... και λατρεύω αυτή τη μοναξιά, αυτή την ηρεμία...