Βρίσκομαι εξω απο το αστυνομικό τμήμα,με ενα στομάχι που ανεβοκατεβαίνει σαν ασανσέρ απο τον πανικό,απο τον πρώτο ως τον ογδοο,με ασύλληπτη ταχύτητα ,και λέω τώρα θα λιποθυμήσω,τώρα θα λιποθυμήσω,τώρα θα σωριαστώ,τίποτα ομως δεν συμβαίνει,αλλά το πανικόμετρο δείχνει 1000 βαθμούς,πρέπει να ανυσηχώ?
αλλά ως που να προλάβω να δώσω διέξοδο στις πανικοσκέψεις μου,βρίσκομαι ενώπιως ενωπίω μπροστά στόν αξιωματικό υπηρεσίας.
Τα ψέμματα τελειώσανε,και τα κεράκια λιώσανε,ηγγικέν η ωρα μάγκα,ρίξε τα χαρτιά σου.Αλλά εγώ χαρτιά δεν εχω,μόνο μιά τρεμάμενη φωνή εχει απομείνει απο μένα τόσο αδύναμη,τόσο συρικνωμένη απο τον φόβο της που δεν μπορεί να πεί τι θέλει.
Εντωμεταξύ αυτός,ο φύλακας στη σίκαλη με βλέπει να τον πλησιάζω,καί νιώθω και στο δικό του βλέμμα,μια περιέργια να το πώ?μια αγριάδα να το πώ?Μιά περίεργη αναστάτωση εν πάση περιπτώση.
σού λέει τώρα αυτός ο ντιλεντάτης τι ηρθε να μας πουλήσει πρωινιάτικα αζαλέες?
Τέλος πάντων,κάνω οτι δεν καταλαβαίνω,αλλωστε σε μπατζατζίδικο εχω ερθει,κι οχι στον Λαλαούνη να απαιτώ απο την πωλήτρια να μου χορεύει για το κέφι μου κλακέτες,και του λέω μιά πολύ ευγενική καλημέρα.
Εκείνος φυσικά δεν μου την ανταπέδωσε,αυτό θα μάς ελειπε κιόλας νά είσαι μπάτσος κι ευγενής,είναι ρόλος αταίριαστος,καί περνάει κατευθείαν στην επίθεση
"Τι θέλετε" μου λέει ψυχρά,μην δώσει κανένα περιθώριο οικιότητας και παρεξηγηθεί μέσα στο σώμα,αλλά εγώ οπως είπαμε κάνω οτι δέν καταλαβαίνω,και του λέω παιχνιδιάρικα
"Ξέρετε εχω πέσει θύμα κλοπής.Θέλω να το καταγγείλω"Εκείνος εξακολουθεί να με κοιτάζει ψυχρά και με παραπεμπει στον 3 οροφο.
Πάνω απο ολα οι τύποι
Φτάνω απ`εξω απο το ασανσέρ,πατάω καί γώ το κουμπάκι,ανοίγει η πόρτα και τι να δώ?Λίθοι πλίνθοι κέραμοι,κι ατακτως εριμμένοι.
Ενα πράγμα σαν σοβάς,παλαιολιθικού τύπου,ιδανικό για αυτοκτονίες.Μπαίνω μέσα,τι νά κάνω,παρότι είμαι ΚΑΙ κλειστοφοβικός και πατάω τον μαγικό αριθμό,γιατί λέω μιά ψυχή εχει βγεί,ας βγεί άλλη μία,δεν γαμιέται,αλλά πρίν προλάβω να ολοκληρώσω την σκέψη μου,εκείνο αρχίζει να μουγγκρίζει και να κλωτσάει.Αν ηταν άλογο σίγουρα θα με είχε πετάξει στόν αέρα.Α! Πρέπει να πώ εδώ οτι το εν λόγω ασανσέρ δεν εμπεριέχει καθρέφτη,πράγμα μάλλον λογικοφανές,αν σκεφτεί κανείς το πόσοι κρατούμενοι περνάνε,και σε τι κατάσταση βρίσκονται.Γιατί δεν λέει να σέρνεσαι μέσα στα τμήματα και να διορθώνεις την παγέτα μέσα στο καθρέφτη ενώ σε σέρνουν.Είναι ξεφτίλα.Εν πάση περιπτώση το αντιπαρέρχομαι κι αυτό,σιγά τα ωά εδώ πού τα λέμε,τό θέμα μου είναι να μην ενταφιαστώ εδώ μέσα.Αλλά ετσι οπως δείχνει η κατάσταση μάλλον πρός τα εκεί οδεύω.Αποφασίζω ομως να μήν τρομακρατηθώ κι αλλο,και να το δώ σαν παιχνίδι,κι αρχίζω τα καλοπιάσματα
"Ελα καλό μου ασανσέρ,πηγαινέ με εκεί πού πρέπει..καί γώ δεν πρόκειται ποτέ να σε ξαναχρησιμοποιήσω.Αλήθεια σου λέω..σαν και σένα δεν υπάρχει άλλο τόσο παλιό και πρόσχαρο...
Σαν να ακούει ομώς το παλιόπραμα,γιατί μήν νομίζεις, δέν μιλάμε μόνο στα φυτά,αλλά καί στα ασανσέρ,και σταματάει τις κόνκξες και γώ αναστενάζω ανακουφισμένος
Ανοίγει η πόρτα αισθάνομαι όντως ανακουφισμένος.Ισως τελειώσουν εδώ τά βάσανα.Αλλά θα τελειώσουν η δεν θα βγώ ποτέ απ΄`αυτό το τμήμα?Αρχίζουν να με ξαναζώνουν τα φίδια,και οι απελπισμένες σκέψεις εγκαθίσταται μιά και καλή μέσα μου
Γιατί μόλις ερχομαι σε επαφή μ`αυτό το πολύ ευχάριστο περιβάλλον,ενα ζευγάρι εχθρικών ματιών με κατακεραυνώνει.
Ο κάτοχος αυτών τών ματιών είναι κατάξανθος και φοράει μιά στέκα στά μαλλιά,μην πέσει μπροστά καμιά φράντζα και κάνουμε κανά λάθος.Συμπληρώνει αιτήσεις και με κοιτάζει βλοσυρά.Μωρέ μπράβο σκέφτομαι,καί μπάτσος κι αλήτης.Ουάου.Φοβερός συνδιασμός.Μοιάζει να μην είναι ελληνας,αλλα αυτό λίγο με νοιάζει,ισα-ισα το θεωρώ και προωθητικό για την καταστασή μου.Τού λέω καλημέρα,φυσικά δεν μου τήν ανταποδίδει,αυτό θα μας ελειπε τώρα,καί σαν γνήσιο τέκνο της αγένιας μου λέει κι αυτός κοφτά"τί θέλετε",χωρίς ερωτηματικό.Εγώ πιά συνηθισμένος αρχίζω να παίζω το γνωστό βιολί,με το γνωστό μου υφος,πού οπως είπαμε εδώ μέσα δεν πουλάει,και εισπράτω ενα κρυόκωλο"περιμέντε εξω"
Κάθομαι καί γω στον καναπέ,κι αρχίζω να αναπολώ την περασμένη μου ζωή μου,πρίν καταλήξω εδώ μέσα.Φυσικά εστιάζω στίς πολύ ευχάριστες στιγμές,πού αν είχαν μουσικό μπαγκράουντ σίγουρα θα ακουγόταν το ΟPA του αλκαίου.
Σου μιλώ για τρελλό γλέντι.
Νιώθω ξαφνικά σαν τον ήρωα τού κάφκα.Εγώ είμαι ο Γιόζεφ.κ και χεί στηθεί ολόκληρη πλεκτάνη.Ολοι εχουν συνωμοτήσει εναντίον μου,στο να μπώ ισόβια.Τό νιώθω.Ο στεκάκιας βάζει και βγάζει σφραγίδες αμείλικτος.Ισως ξέρουν οτι θα ρθώ και ετοιμάζουν την δίκη μου.
Οπου να με φωνάζει και μου ανακοινώνει,η μάλλον δεν μου ανακοινώνει τίποτα,απλώς φωνάζει τούς αλλους ασφαλίτες να μέ μαζέψουν
"Πάρτε τον Κύριο Χ και κλείστε τον στήν ψειρού γιά πάντα"εγώ να ουρλιάζω,μη σάς παρακαλώ,δεν κάνει,είμαι ορφανός,κάποιο λάθος εχει γίνει,και να ζώ το εξπρές του μεσονυχτίου σε ελληνική εκδοση,πού αν θυμάσαι καλά,τον ηρωα για ενα αθώο χασισάκι τον είχανε μαζέψει,και κατέληξε ισόβια,αλλά εγώ ούτε χασισάκι καπνίζω,αλλά ποτέ δεν ξέρεις.Μπορεί την στιγμή που θα μαζέυουνε στο κρατητήριο να μου το πετάξουν κι αυτό στη τσέπη καί μετά μήν τον είδατε τον παναή.
Τα σκέφτομαι ολα αυτά καί τρέμω.Αλλά φυσικά δεν το δείχνω.Δίπλα μου ακριβώς,είναι μια γυναίκα{μάλλον αλλοδαπή}και κοιμάται μακάρια
Αναρωτιέμαι μήπως πρέπει νά πράξω τό ιδιο,αφού με τον ρυθμό πού βάζει σφραγίδες ο στακάκιας, σίγουρα δεν θα ξεμπερδέψουμε ούτε σε μία βδομάδα
Είναι η μοίρα μου σακατεμένη και συνάμα ματιασμένη,καί πρέπει να τό δεχτώ.Ξαφνικά εκεί πού βλαστημάω την μοίρα μου,ενας τύπος σκάει απο το πουθενά,ενας τύπος στο γνωστό ευγενικό στύλ τού τμήματος πού φοράει γάντια,και ξυπνάει απότομα την κατά αλλά συμπαθή κυρία"Ξύπνα τής λέει ηρθε η ωρα να σού πάρουμε αποτυπώματα"
Ξυπνάει η κυρία,καί την κοιτάζω με συμπάθεια:Δεν εχει φάτσα εγκληματία.Αραγε γιά ποιό λόγο τήν εχουν μαζέψει,ούτε τολμώ να ρωτήσω.Μάλλον θα φαρμάκωσε τον αντρα τής,η μπορεί να πνιξε την κόρη τής την ώρα πού κοιμόταν,γιατί δείχνει πολύ ανετη.
Αμα είσαι ανετος είσαι και ξεμπερδεμένος.Δέν εχεις την αγωνία να τεκμηριώσεις οτί δέν είσαι ενοχος άκριβώς διότι αυτό είσαι.Ετσι ενοχος πού είσαι κοιμάσαι.Ενώ εγώ πού δεν έχω κάνει τίποτα πώς να κοιμηθώ.Τρέμεις μήπως αποδειχτεί τίποτα την ώρα τού υπνου,και με το δίκιο σου καιροφυλαχτείς.
Αλλά η ώρα περνάει,καί ηδη εχει ξημερώσει
,και η καθαρίστρια παίρνει θέση,αλλά ο στεκάκιας τίποτα,στον κόσμο του μάρλμπορο.
Καπνίζει αμέριμνος,μιλάει στο κινητό,ρίχνει κάμια τζίφρα πού καί πού,συμπεριφέρεται δηλαδή σαν να είμαι αόρατος.αυτό το στυλάκι πρέπει να ομολογήσω οτί αρχίζει να με εκνευρίζει,γιατί είπαμε να είσαι μαλάκας,αλλά να είσαι τοσοοο μαλάκας καταντά σκάνδαλο.
Κι ότι είμαι ετοιμος να του πού"τί εγινε ρε μόρτη,θα πάει μακρυά η βαλίτσα"τόν ακούω να μού λέει"Περάστε"
εδώ πρέπει να σού πώ ,οτι μου κόβονται τά πόδια,αλλά είπαμε πρέπει νά τελειώνουμε.
Παίρνω λοιπόν πόζα και εμφανίζομαι μπροστά στον στεκάκια,αλλά είπαμε ,εχει ξημερώσει πλέον,κόσμος πάει κι ερχεται,και καλά σε δουλειά να βρισκόμαστε.
αυτό με φέρνει σε ακόμα πιό δύσκολη θέση,γιατί πώς να αρχίσεις τις εξομολογήσεις καρδιάς ανάμεσα σε τόσο κόσμο?
Θέλωντας καί μή καί τρέμωντας{από μέσα μού}αρχίζω η μάλλον αρχίζει ο στεκάκιας να μέ ρωτάει καταρχήν τί συνέβη.Τού λέω το και το.
Μάλιστα.Θά κάνετε μύνηση με ρωτάει ?Ναί θά κάνω τού απαντώ .
Να τήν κάνουμε λοιπόν.Βγάζει μιά κόλλα χαρτί κι αρχίζει να συμπληρώνει τά στοιχεία μου.
Αρχίζω να αναθαρώ μέσα μου.Νιώθω οτί βρίσκομαι σε καλό δρόμο.Ξαφνικά μέ ρωτάει αν είμαι χτυπημένος.Αυτό το απρόσμενο ενδιαφέρον με συγκινεί.Φυσικά δεν τό εδειξα.
Προτίμησα να συγκρατήσω την βαθιά μου συγκίνηση για αργότερα ,καθώς θα τήν εξαργύρωνα με καυτά δάκρυα
κατά τήν εξοδό μου απ`αυτό το λατρευτικό ναό.
Συμπληρώνει λοιπόν τα στοιχεία μου κι ενώ εγώ προσπαθώ να ΄κρύψω την συγκίνηση μου,μού κάνει τήν ερώτηση κόλαφο:Ποιό ηταν το περιέχομενο τής τσάντας
Εκείνη τη στιγμή κοιτάζω ενα μπουλούκο συνάδελφο ,που φαντάζομαι οτι είναι,να κατασπαράζει μιά μπουγάτσα.Δέν ξέρω ,αλλά αυτή η εικόνα πολύ με μαγνήτισε,και χωρίς να κοιτάζω τον στεκάκια,παρά μόνο το στόμα πού κατασπαράζει την ατυχη μπουγάτσα ,
τού απαντώ:Κάρτα,κινητό,100 ευρω,το αρωμά μου κι.. 1 κονσίλερ
Στό ακουσμα αυτής τής λέξης τό γραφείο παγώνει,μαζί και η κατάποση της μπουγάτσας.Μέ κοιτάζουν όλοι παγωμένοι,αλλά πόιό πολύ παγώνει ο στεκάκιας ,ο οποιός σύν τής αλλης μού ρίχνει και μια δολοφονική ματιά καί με ρωτάει άγαρμπα:Τι εστί κονσίλερ?
Τώρα τί να του πείς τού αγράματου,εν ετη 2010,κι αγνοεί το κονσίλερ{ενω το οξυζενέ δεν το αγνοεί}
"Είναι καλυπτικό προιόν γιά τούς μαύρους κύκλους ξέρετε,το συγκεκριμένο το είχα σαν εικόνισμα.." τού λέω ετσι λεβέντικα,αλλά ο στεκάκιας δείχνει να εχει απορίες"Ναί αλλά εσείς δέν εχετε μαύρούς κύκλους..μού απαντά.
Ε εκεί δέν αντεξα αλλο καί τού τα χώσα"Ναί αλλά οπως πάμε θα αποκτήσω,κι εν πάση περιπτώση ,το είχα στη τσάντα μου,το θεωρώ περουσιακό στοιχείο,καί δεν βλέπω γιά ποιό λόγο πρέπει να μπώ σ`αυτή την δοκιμασία γιά να το ξαναγοράσω"
νομίζω πρέπει να κοκκίνησε με το θράσος μου,γιατί εσκυψε γρήγορα-γρήγορα,συμπλήρωσε το εντυπο,μου τό πάσαρε καί μένα,υπόγραψα,κι αυτό ήταν"Περάστε σε 10 μέρες να σας δώσουμε τό χαρτί που χρειάζεστε.Μπορεί ως τότε να χει βρεθεί και η τσάντα.."
Αναστέναξα βαθιά,οχι φυσικά γιά τίς ψεύτικες ελπίδες πού μου εδινε,οσο για τό οτι είχε τελειώσει αυτό το μαρτύριο.
Τούς ευχαρίστησα κι εφυγα.
Κατεβαίνοντας{αυτή τη φορά με τα πόδια} και βγαίνοντας ανακουφισμένος στό δρόμο,δεν ξέρω,αλλά ένιωθα ωραία.
Σκεφτόμουν το τι γέλιο θα χούν ρίξει τα μπατσάκια με το χάλι μου,πού μού ερχόταν να σωριαστώ και γώ από το γέλιο.
Αλλά δεν γέλασα.Κοιτάχτηκα μόνο σε ενα καθρέφτη αυτοκινήτου.Είχα πλέον μαύρους κύκλους.....